Ορισμός
Με τον όρο Οσφυϊκή στένωση, εννοείται ο μηχανικός περιορισμός του εύρους του σπονδυλικού σωλήνα της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (Εικόνα), του χώρου δηλαδή από τον οποίο διέρχονται οι νευρικές ρίζες πριν σχηματίσουν τα οσφυικά νεύρα που αφορούν την κινητικότητα των κάτω άκρων και τα ιερά νεύρα που αφορούν τις αυτόνομες ή φυτικές λειτουργίες της ούρησης, της αφόδευσης και της αναπαραγωγικής ικανότητας.
Ποια είναι τα αίτια της οσφυϊκής στένωσης ;
Τα αίτια που προκαλούν την οσφυική στένωση είναι συνήθως πολλαπλά και μπορεί να αφορούν όλα τα ανατομικά στοιχεία της σπονδυλικής στήλης.
Τα κυριότερα είναι :
α) Αποτιτανωμένες δισκοκήλες, παλαιές δηλαδή δισκοκήλες οι οποίες έχουν μετατραπεί σε οστό με τη βοήθεια μορίων ασβεστίου
β) Υπερτροφία του ωχρού συνδέσμου
γ) Υπερτοφία των μικρών σπονδυλικών αρθρώσεων
δ) Δημιουργία οστεόφυτων
ε) Καλοήθεις παρα-αρθρικές κύστεις
στ) Σπονδυλολίσθηση, δηλαδή γλύστριμα ενός σπονδύλου με αποτέλεσμα την απώλεια της ευθυγράμισης των σπονδυλικών τρημάτων που σχηματίζουν το σπονδυλικό σωλήνα
ζ) Συγγενής, κατασκευαστική, δηλαδή, στένωση λόγω αχονδροπλασίας
Πως διακρίνεται η οσφυϊκή στένωση ;
Ανάλογα με τη θέση στην οποία εντοπίζεται η οσφυική στένωση διακρίνεται σε κεντρικού τύπου ή στένωση του κεντρικού σπονδυλικού σωλήνα και σε πλάγιου τύπου ή στένωση των σπονδυλικών τρημάτων των οπών δηλαδή από τις οποίες εξέρχονται οι οσφυικές νευρικές ρίζες.
Ποια είναι τα συμπτώματα της οσφυϊκής στένωσης ;
Η συμπτωματολογία της κεντρικής στένωσης είναι χαρακτηριστική. Το κύριο σύμπτωμα λέγεται νευρογενής χωλότητα, σε αντιδιαστολή με την διαλείπουσα χωλότητα που οφείλεται σε αρτηριακή απόφραξη. Ο όρος περιγράφει την αδυναμία του ασθενούς να βαδίσει πέρα από μία συγκεκριμένη απόσταση λόγω εμφάνισης πόνου ή / και μουδιάσματος στην περιοχή των γλουτών και των μηρών. Χαρακτηριστικό του συμπτώματος αυτού είναι ότι υποχωρεί όταν ο ασθενής καθίσει ή σκύψει προς τα εμπρός λόγω της προσωρινής μηχανικής διεύρυνσης του σπονδυλικού σωλήνα που επιτυγχάνεται με την στάση αυτή. Η επιδείνωση της βαρύτητας της στένωσης εκδηλώνεται συνήθως με περιορισμό της απόστασης βάδισης μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Τέλος, η νευρογενής χωλότητα μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα από το αυτόνομο νευρικό σύστημα όπως ακράτεια ή επίσχεση ούρων , δυσκοιλιότητα ή διαταραχή της στύσης.
Τα συμπτώματα της στένωσης των σπονδυλικών τρημάτων μοιάζουν περισσότερο με αυτά της κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου δηλαδή εκδηλώνεται κυρίως με ισχιαλγία με ή χωρίς οσφυαλγία.
Ποια είναι η ενδεδειγμένη θεραπεία της οσφυϊκής στένωσης ;
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της οσφυικής στένωσης είναι χειρουργική αφού η πληθώρα άλλων συντηρητικών μεθόδων που κατά καιρούς έχουν δοκιμαστεί έχουν αποτύχει παταγωδώς.
Η ενδεδειγμένη χειρουργική μέθοδος για τη θεραπεία και των δύο μορφών οσφυικής στένωσης ( κεντρικού και πλάγιου τύπου) είναι η αποσυμπίεση των νευρικών στοιχείων (νωτιαίου σάκου ή / και των οσφυικών ριζών) με ανοικτή ή διαδερμική (Ελάχιστα Επεμβατική ή κλειστή τεχνική) πεταλεκτομή, ημιπεταλεκτομή ή τρηματεκτομή.
Όποια πάντως τεχνική και αν επιλεγεί καθοριστικός παράγοντας για τη χειρουργική έκβαση αποτελεί η ισορροπία μεταξύ της επιθυμητής αποσυμπίεσης των νευρικών στοιχείων και της διατήρησης της σταθερότητας της σπονδυλικής στήλης αφού η ευρεία αποσυμπίεση μπορεί να οδηγήσει σε ιατρογενή αποσταθεροποίηση της περιοχής. Η σταθεροποίηση με υλικά σπονδυλοδεσίας και οστικά μοσχεύματα (Σπονδυλοδεσία) δεν είναι πάντοτε απαραίτητη στην αντιμετώπιση της πάθησης αυτής. Μπορεί όμως να εφαρμοστεί προφυλακτικά στις περιπτώσεις όπου η έκταση της αποσυμπίεσης αναμένεται να προκαλέσει αστάθεια των οσφυικών σπονδύλων έτσι ώστε να μην δημιουργηθεί ιατρογενής αποσταθεροποίηση ενώ επιβάλλεται πάντοτε στις περιπτώσεις συνύπαρξης στένωσης και σπονδυλολίσθησης όπου η αστάθεια είναι δεδομένη και αποτελεί την αιτία της στενώσεως.