ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΗΣ
Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που έχει περπατήσει επάνω στη γη και δεν έχει υποστεί ή δεν θα υποστεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του κάκωση κεφαλής. Ο μηχανισμός όμως της κάκωσης παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο ως αναφορά τη βαρύτητα της κάκωσης. Οι πτώσεις από ύψος και τα τροχαία ατυχήματα υψηλής ταχύτητας σχετίζονται συχνότερα με τις βαρειές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις ενώ οι πτώσεις από το ύψος του σώματος, τα τροχαία ατυχήματα χαμηλής ταχύτητας, ο ξυλοδαρμός και η πλήξη της κεφαλής από βαρύ αντικείμενο σχετίζονται συχνότερα με απλή κάκωση της κεφαλής.
Απλή κάκωση κεφαλής
Μετά από μια απλή κάκωση κεφαλής ο ασθενής έχει τις αισθήσεις του, θυμάται επακριβώς τα γεγονότα πριν και μετά το συμβάν, δεν κάνει εμέτους και δεν εμφανίζει κανένα νευρολογικό σύμπτωμα. Αντιθέτως μπορεί να εμφανίζει κεφαλαλγία, ζάλη ή να φέρει εξωτερικές κακώσεις όπως ένα θλαστικό τραύμα στο τριχωτό της κεφαλής ή έναν μώλωπα με ή χωρίς οίδημα των μαλακών μορίων ( καρούμπαλο ).
Η αντιμετώπιση της απλής κάκωσης κεφαλής απαιτεί, πέραν της συμπτωματικής αντιμετώπισης του πόνου ή των θλαστικών τραυμάτων με συρραφή και αντιβιοτική θεραπεία, παρακολούθηση του επιπέδου συνείδησης από άλλο ενήλικο και υπεύθυνο άτομο για τουλάχιστον 24 ώρες. Ειδικότερα στα παιδιά κάτω των 2 ετών η παρακολούθηση αυτή γίνεται με νοσηλεία σε Παιδοχειρουργική Κλινική. Οι ήπιας βαρύτητας κακώσεις της κεφαλής αποτελούν και τη μεγαλύτερη πλειοψηφία των περιπτώσεων ενώ οι μέτριας και υψηλής βαρύτητας κακώσεις είναι σπανιότερες αλλά σημαντικότερες για τη ζωή και τη νευρολογική ακεραιότητα των ασθενών.
Μέτρια και βαριά κάκωση κεφαλής
Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα αυτών των κακώσεων είναι η διαταραχή του επιπέδου συνείδησης ( μειωμένη επικοινωνία με το περιβάλλον ) η οποία είναι άλλοτε άλλης βαρύτητας και συνοδεύεται από έντονο πονοκέφαλο, εμέτους και νευρολογική συμπτωματολογία (αδυναμία κάποιου άκρου, μουδιάσματα, δυσαρθρία, αφασία κτλ). Στις καταστάσεις αυτές επιβάλλεται η διενέργεια αξονικής (και όχι μαγνητικής ) τομογραφίας εγκεφάλου η οποία μπορεί να αναδείξει πληθώρα μετατραυματικών ευρημάτων που μπορεί να αφορούν είτε το εγκεφαλικό και προσωπικό κρανίο (κατάγματα θόλου, κατάγματα βάσης , κατάγματα οστών προσώπου ), είτε το εγκεφαλικό παρέγχυμα (θλάσεις εγκεφάλου, μετατραυματικά ενδοεγκεφαλικά αιματώματα, εγκεφαλικό οίδημα κτλ), είτε τους χώρους που περιβάλλουν τον εγκέφαλο (επισκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, μετατραυματική υπαραχνοειδής αιμορραγία).
Ο Νευροχειρουργός είναι αυτός που θα καθορίσει τον τρόπο αντιμετώπισης των βλαβών αυτών (συντηρητικό ή χειρουργικό ) ανάλογα με τη βαρύτητά τους. Η αντιμετώπιση ξεκινά από τον τόπο του ατυχήματος αν είναι δυνατόν (από το προσωπικό του ΕΚΑΒ), συνεχίζεται στο χώρο του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών (εφαρμογή των αρχών του ATLS από την ομάδα αντιμετώπισης τραύματος), περνά πολλές φορές από το χειρουργείο (παροχέτευση αιματωμάτων με κρανιοτομία ή κρανιεκτομία, τοποθέτηση ενδοκράνιου καθετήρα συνεχούς μέτρησης και καταγραφής της ενδοκρανίου πιέσεως (ICP) κτλ) και καταλήγει στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ).
Η αποκατάσταση των ασθενών με κρανιοεγκεφαλική κάκωση μπορεί να είναι μακροχρόνια και απαιτεί πολλές φορές τη συνεργασία φυσιάτρων, φυσιοθεραπευτών, λογοθεραπευτών και άλλων ιατρικών και παραϊατρικών ειδικοτήτων, σε ειδικά κέντρα αποκατάστασης.
Η πρόγνωση των ασθενών με βαριά κάκωση κεφαλής είναι εξαιρετική στο ένα τρίτο των περιπτώσεων (επιστροφή στην εργασία), πολύ κακή (θάνατος ή φυτική κατάσταση) στο άλλο ένα τρίτο και μέτρια (επιβίωση με αναπηρία που δεν επιτρέπει επιστροφή στην εργασία) στο τελευταίο ένα τρίτο των περιπτώσεων.